- νεοκλασικισμός
- Μεγάλη πολιτιστική κίνηση που διαδόθηκε ευρύτατα στην Ευρώπη στη δεύτερη πεντηκονταετία του 18ου και στις πρώτες δεκαετίες του 19ου αι. Η αρχή του ανάγεται στο ενδιαφέρον για τις αρχαιολογικές σπουδές, που ανακινήθηκε μετά τις επιτυχείς ανασκαφές του Ηρακλείου και της Πομπηίας στην Καμπανία, και από την εκπληκτική προσωπικότητα του Γερμανού ερευνητή και καλλιτέχνη Γιόχαν Γιοακίμ Βίνκελμαν, ο οποίος, με τη δημοσίευση του έργου του Ιστορία της τέχνης της αρχαιότητας (1764), άσκησε μεγάλη επίδραση στις αισθητικές αντιλήψεις των συγχρόνων του.
Η ερμηνεία που έδωσε στην κλασική αρχαιότητα ο Βίνκελμαν βασίζεται στην αρχή ότι η ελληνική τέχνη πραγματοποίησε κατά τρόπο τέλειο (και μάλλον οριστικό) την ιδέα του αιώνιου και ιδανικού Ωραίου με την τελειότητα και το υψηλό πνεύμα των μορφών και με την εσωτερική ηρεμία. Οι χαρακτήρες αυτοί ανευρίσκονται στις λείες πλαστικές επιφάνειες των γλυπτών (ο Βίνκελμαν θεωρεί ως υποδειγματικό πρότυπο τον Απόλλωνα του Μπελβεντέρε), στην αρμονία των αναλογιών των αρχιτεκτονικών μνημείων (ιδιαίτερα του δωρικού ρυθμού) και στα αριστουργήματα της ποίησης, που ακόμα και όταν αποδίδουν τον πόνο ή το πάθος (ο Βίνκελμαν αναφέρει ενδεικτικά τον Φιλοκτήτη του Σοφοκλή) εκφράζουν μια αξιοπρεπή γαλήνη και ηρεμία.
Αυτή η νέα αντίληψη για τον αρχαίο κόσμο υποκρύπτει μια καινούρια ψυχική κατάσταση, διαποτισμένη από βαθιά ανησυχία και ταραχή και σχεδόν εντελώς άσχετη με άλλα προηγούμενα κλασικίζοντα ρεύματα. Το νεοκλασικό ιδεώδες εκφράζει στην πραγματικότητα μια προ-ρομαντική διάθεση· είναι νοσταλγία περασμένων και χαμένων κόσμων, πόθος χωρίς ελπίδα ανεπανάληπτων παραδείσων: είναι τέλος μια πλευρά του εξωτισμού, που ήταν ευρύτατα διαδομένος στη δεύτερη πεντηκονταετία του 18ου αι.
Στη διαμόρφωση του ν. συνέβαλαν και διάφοροι πολιτιστικοί παράγοντες, όπως το αρχαιολογικό πάθος, με εκπρόσωπο τον Ένιο Κουιρίνο Βισκόντι, η επικράτηση της ορθολογιστικής αισθητικής των θεωρητικών έργων του Αυστριακού ζωγράφου Άντον Ραφαέλ Μενγκς (φίλου του Βίνκελμαν), του Ιταλού αρχιτέκτονα Φραντσέσκο Μιλίτσια και του Ισπανού λογίου Εστεμπάν ντε Αρτέαγκα· ακόμα η επανεκτίμηση του Ραφαήλ και του Παλάντιο, καθώς και η εκπληκτική επιτυχία που γνώρισαν την ίδια εποχή οι Παράλληλοι Βίοι του Πλούταρχου. Η ηθικοπλαστική και εξατομικευμένη αντίληψη της ελληνικής και ρωμαϊκής ιστορίας του βιβλίου αυτού συνέτεινε κατά πολύ στην έξαρση μιας σχηματοποιημένης αρχαιότητας την εποχή της γαλλικής επανάστασης και της αυτοκρατορίας.
Τέχνη. Η νεοκλασική τέχνη είναι βασικά το αποτέλεσμα της αντίδρασης στο μπαρόκ και στο ροκοκό Το μνημειακό έργο του Βίνκελμαν έγινε το ευαγγέλιο τριών γενεών καλλιτεχνών. Και ήταν μνημειακό για την προσπάθεια της κατανόησης της τέχνης με τα δικά της μέσα, δηλαδή από τα σχήματα και τους ρυθμούς, και της αντιμετώπισης της όχι ως χρονικού των καλλιτεχνών, αλλά ως ιστορίας των διαδοχικών μορφών. Σκοπός της τέχνης είναι να πραγματοποιήσει το ιδανικό κάλλος, απομιμούμενη τη φύση. θεμελιώδεις χαρακτήρες του Ωραίου είναι η απλότητα και η ηρεμία. Η στάση και η ανάπαυση είναι ανώτερες από την κίνηση. Με τις έννοιες του δυναμισμού συνδέονται η στιγμή, η κίνηση, το αίσθημα, όλα παροδικά, ενώ με τις στατικές έννοιες συνδέονται το μεγαλείο, το κάλλος, το αιώνιο. Αιώνια είναι η εξιδανικευμένη και γυμνή μορφή· παροδικοί οι ατομικοί και ηθογραφικοί χαρακτήρες. Το σχήμα είναι νοητό και πάντοτε έγκυρο, το χρώμα είναι αισθητό και πρόσκαιρο. Το ιδανικό κάλλος είναι - όπως το νερό - τόσο καλύτερο όσο είναι καθαρότερο και τόσο διαυγέστερο όσο πιο ακίνητο. Το ωραίο δεν υπάρχει στη φύση, αλλά το δημιουργεί ο καλλιτέχνης με τη νοητική του δύναμη. Αλλά το ιδανικό αυτό κάλλος μόνο οι Έλληνες το έφτασαν, γι’ αυτό και στον σύγχρονο καλλιτέχνη δεν απομένει παρά να ακολουθεί πιστά τα ίχνη τους. Από τις έννοιες αυτές προκύπτουν η υπεροχή του σχήματος αντί τουχρώματος, του κλειστού περιγράμματος αντί της αυθόρμητης γραμμής, του όγκου αντί της κηλίδας, της σύνθεσης αντί της εντύπωσης και προπάντων του εξιδανικευμένου ανθρώπινου γυμνού. Ιεράρχηση αξιών με βάση τις αξίες που περιέχονται στο θέμα, αλληγορική σύνθεση, γυμνή ανθρώπινη μορφή, προσωπογραφία, τοπίο, νεκρή φύση. Ένας σωστός πυθαγόρειος πίνακας αυστηρών και συντηρητικών κανόνων και αναλογιών αλλά και μια αισθητική ιδεολογία τάξης, αλήθειας και καθαρότητας θεμελιωμένη σε μια άκαμπτη ηθική.
Αρχιτεκτονική. Η αρχιτεκτονική (η κυριότερη τέχνη της νεοκλασικής περιόδου) αντιτάσσει στην πλαστικότητα του μπαρόκ την απλότητα των όγκων και της διακόσμησης τη σκοπιμότητα των κατασκευών, τον σεβασμό της φύσης των χρησιμοποιούμενων υλικών, αρχές που αποτελούν προϋποθέσεις και βασικούς όρους της έννοιας του ωραίου. Αυτές, μαζί με τις καθαρές μορφές, τους αναγκαίους όγκους, τις αρμονικές αναλογίες, μπορούν όπως οι επτά νότες της μουσικής, να δημιουργήσουν άπειρες παραλλαγές. Έτσι, οι αρχιτέκτονες αναζητούν το ιδανικό κάλλος «ωραίο συνειρμό ωραίων τμημάτων», μέσα από την κατασκευαστική αξία των όγκων και τον ρυθμό των επιφανειών. Και οι κανόνες τους, εφαρμοζόμενοι στους ελληνικούς και ρωμαϊκούς ρυθμούς έπρεπε να αποτελούν κυρίως «όχι τις διακοσμήσεις, αλλά τα ουσιαστικά τμήματα και τους σκελετούς των κατασκευών», με αντικειμενικό σκοπό τη συνοχή και την αρμονία των κτιρίων και την ισορροπημένη σχέση τους με το περιβάλλον. Έτσι, οι πέντε ρυθμοί ξαναζούν σε όλη την Ευρώπη, από τη Μαδρίτη ως τη Μόσχα, καθώς και στη Βόρεια και Νότια Αμερική, μια τελευταία διεθνή αναλαμπή· τελευταία, γιατί το νεοκλασικό πνεύμα είναι ήδη ένας ιστορικός, προκαθορισμένος και πρόσκαιρος εκλεκτικισμός.
Αλλά η σημασία του ν. δεν είναι μόνο αυτή. Υπάρχουν άλλοι τρεις τουλάχιστον παράγοντες ουσιαστικοί, αν και όχι καταφανείς, σπέρματα όλης της σύγχρονης αρχιτεκτονικής. Ο πρώτος είναι η ριζική επανάσταση στη διάταξη των εσωτερικών χώρων, την οποία ο ν. πραγματοποιεί για να επιλύσει τα προβλήματα και τις ανάγκες των νέων κτιρίων και εφαρμόζει σε νοσοκομεία, βιβλιοθήκες, μουσεία, ακαδημίες, σχολεία, κοινοβούλια, γραφεία, στάδια, θέατρα, πολυκατοικίες, μικρές επαύλεις, κτίρια εταιρειών, αγορές, καταστήματα, τράπεζες κ.ά. Η μελέτη των λύσεων που δόθηκαν τότε στα ποικίλα προβλήματα θα αποκάλυπτε την ιδιοφυΐα και την τόλμη πολλών νεοκλασικών αρχιτεκτόνων. Ο δεύτερος παράγοντας είναι η ανανέωση της τεχνικής των παλιών υλικών και η χρησιμοποίηση νέων υλικών για τη δημιουργία αρχιτεκτονικών μορφών ανταποκρινόμενων στα καινούρια προβλήματα κατασκευής (σιδερένια γέφυρα του Ουίλκινσον, Κρύσταλ Πάλας του Πάξτον, Καταστήματα του Σίνκελ). Η τρίτη σημαντική συμβολή του ν. σχετίζεται με την πολεοδομία - λαμπρά νεοκλασικά δείγματα διαρρύθμισης πόλεων είναι ορισμένα σημεία του Παρισιού και της Ρώμης, καθώς και η δημιουργία των πόλεων Μπαθ, Αγίας Πετρούπολης Μόσχας, Ουάσινγκτον.
Ο αγγλικός ν. μπορεί να αναχθεί στον Ρεν, στον Κάμπελ και στον λόρδο Μπέρλινγκτον. Το έργο τους συνέχισαν ο Πέιν, κατασκευαστής πολλών επαύλεων και πύργων, οι δύο Γουντ, δημιουργοί του Μπαθ, πρώτου λειτουργικού αριστουργήματος της μοντέρνας αρχιτεκτονικής, οι αδελφοί Άνταμ, δημιουργοί του ρυθμού που φέρει το όνομά τους, ο Τσάμπερς, ο Γκάντον, ο Γουίλκινς, ο Τζέιμς Γουάιατ και τέλος ο Τζον Νας και ο Τζον Σόουν.
Τα έργα του Γκαμπριέλ εγκαινιάζουν τον γαλλικό ν. και οι πραγματοποιήσεις του Σουφλό, του Σαλγκρέν, του Γκουρντόν, του Βικτόρ Λουί, του Λεντού, δίνουν νέα μορφή στην αρχιτεκτονική και στην πολεοδομία της Γαλλίας. Οι κυριότεροι Γερμανοί είναι ο Λάνγκχαους και κυρίως ο Κλέντσε και ο Σίνκελ. Οι δύο τελευταίοι έπαιξαν σημαντικό ρόλο και στην ανοικοδόμηση των Αθηνών τον 19o αι.
Ιταλοί νεοκλασικοί αρχιτέκτονες εργαζόμενοι στη Ρωσία, συντείνουν στη δημιουργία του πολεοδομικού και αρχιτεκτονικού ρυθμού, που επικράτησε στη χώρα αυτή έως τον B’ Παγκόσμιο πόλεμο. Από την εποχή της Αικατερίνης της Μεγάλης έως τον Αλέξανδρο B’ κατασκευάστηκαν οι κυριότερες πλατείες και λεωφόροι, τα ανάκτορα και τα θέατρα της Πετρούπολης και της Μόσχας, καθώς και πολλές επαύλεις και τόποι αναψυχής.
Στην Αμερική η νεοκλασική πολεοδομία δημιούργησε την Ουάσινγκτον, πρωτεύουσα των Ηνωμένων Πολιτειών σε σχέδιο του Γάλλου αρχιτέκτονα Λ. Ανφάν, ενώ παράλληλα σε όλη τη χώρα και ιδιαίτερα στις νότιες Πολιτείες κατασκευάστηκαν ιδιωτικά και δημόσια νεοκλασικά κτίρια.
Νεοκλασική αρχιτεκτονική στην Ελλάδα. Το κίνημα του ν. έχει ιδιαίτερη σημασία και θέση στην ελληνική ιστορία του 19ου και των αρχών του 20ού αι. και τούτο γιατί, καθώς η μικρή και φτωχή αναγεννημένη Ελλάδα προσπαθούσε να προσανατολιστεί και να συμβαδίσει, όσο μορούσε, με τα κράτη της Ευρώπης, ο ν. ήρθε ξαφνικά, στην κατάλληλη στιγμή, να διακηρύξει και να υλοποιήσει συνάμα την αναγέννηση του αρχαίου ελληνικού ιδεώδους· ο συνδυασμός συνεπώς του καλλιτεχνικού κινήματος του ν. με την «εκ της τέφρας» αναγέννηση της Ελλάδας, στη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, αποτέλεσε τη θεμελιώδη προϋπόθεση για την άμεση και ολοκληρωτική αποδοχή των αρχών του ν. και την εγκαθίδρυση του εδώ· η σχέση έτσι της αρχαίας με την καινούρια Ελλάδα γινόταν τώρα προφανής και αυταπόδεικτη. Από την άλλη πλευρά, η ευκαιρία που δινόταν στους καλλιτέχνες και κυρίως στους αρχιτέκτονες, ήταν αληθινά μοναδική. Μπορούσαν να μελετούν επί τόπου τα αρχαία μνημεία και να μεταφέρουν τα συμπεράσματά τους στα δικά τους έργα, μπορούσαν ν’ αντιπαραβάλλουν άμεσα τα δικά τους προς τα έργα της αρχαιότητας και μπορούσαν αυτό να το κάνουν σ’ έναν τόπο όπου για τους περισσότερους Ευρωπαίους η αρχαιότητα ήταν ζωντανή, ή, επιτέλους, μπορούσε να ξαναζωντανέψει. Έτσι ο ν. επέζησε στην Ελλάδα έως τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αι., κι ακόμα, πέρα από την επίσημη και μνημειακή τέχνη, επηρέασε βαθιά κι αυτή τη λαϊκή αρχιτεκτονική της εποχής. Βέβαια, όλη αυτή η κίνηση της αναβίωσης του αρχαίου ελληνικού ιδεώδους, είναι στη βάση της ρομαντική. Αλλά για την Ελλάδα του περασμένου αιώνα, ο ρομαντισμός αυτός έγινε πίστη ακλόνητη και οδήγησε στη δημιουργία ενός πλήθους αρχιτεκτονικών και καλλιτεχνικών έργων, σε μια πραγματική καλλιτεχνική ακμή, της οποίας μόλις τώρα, αφού καταστρέψαμε τα περισσότερα έργα, μπορούμε ίσως να εκτιμήσουμε το μέγεθος και τις αρετές. Για την εκτίμηση αυτή σημαντικό ρόλο έχουν παίξει οι εργασίες του Ιωάννη Τραυλού και του Κώστα Η. Μπίρη.
Βασικός συντελεστής στην ανάπτυξη του ν. στην Ελλάδα υπήρξε ο ερχομός εδώ διάσημων ξένων αρχιτεκτόνων και η σπουδή Ελλήνων αρχιτεκτόνων στην Ευρώπη. Από τους πρώτους αναφέρουμε τους Σάουμπερτ, Κλέντσε, Σίνκελ, Γκέρτνερ, Βάιλερ και Τσίλερ, όλοι γερμανικής προέλευσης και τους Δανούς αδελφούς Θεόφιλο και Χριστιανό Χάνσεν. Από τους Έλληνες πάλι αναφέρουμε τον ρομαντικό Σταμάτη Κλεάνθη και τον κλασικιστή Λύσανδρο Καυταντζόγλου, καθώς και τους Κάλκο, Ζέζο και Λαζαρίμο. Πολλοί ωστόσο παραμένουν ακόμα άγνωστοι και, αντίθετα, πολλά έργα παραμένουν ανώνυμα, τόσο μεγάλα όσο και, κυρίως, λαϊκά. Αναφέρουμε τέλος, τους Γάλλους Μπουλανζέ και Τρουμπ, αν και τα έργα τους δε μοιάζουν απόλυτα με τα έργα των προηγούμενων και μάλλον ανήκουν στον γαλλικό εκλεκτικισμό.
Το πρώτο και σημαντικό νεοκλασικό έργο ήταν αυτό το ίδιο το πρώτο πολεοδομικό σχέδιο των Αθηνών, των Κλεάνθη και Σάουμπερτ· παρά τις τροποποιήσεις από τον Κλέντσε και τη μη ολοκληρωτική εφαρμογή του, για διάφορους λόγους, το σχέδιο αυτό εξακολουθεί να υπάρχει στον κεντρικό πυρήνα της πρωτεύουσας. Αλλά, όπως στην Αθήνα, και σε πολλές επαρχιακές πόλεις έγιναν νέα σχέδια με επιβλητικές πλατείες, μεγάλους άξονες και μνημειακές προοπτικές. Η Ερμούπολη, η Πάτρα, η Τρίπολη και η Ερέτρια (των Κλεάνθη και Σάουμπερτ επίσης) αποτελούν αξιόλογα παραδείγματα πόλεων σχεδιασμένων από τους αρχιτέκτονες του ν. Αλλά βέβαια σημαντικότερη και πιο περίοπτη θέση είναι φυσικό να κατέχουν τα μεγάλα νεοκλασικά κτίρια των Αθηνών και των άλλων ελληνικών πόλεων και οι μνημειώδεις ναοί της εποχής του ν. Σήμερα σώζονται αρκετά ακόμα δημόσια κτίρια και εκκλησίες, έχουν όμως κατεδαφιστεί πλήθος μικρότερων κτιρίων και ιδιωτικών σπιτιών στην ανεξέλεγκτη μεταπολεμική ανοικοδόμηση. Από τα σωζόμενα κτίρια - που έχουν πάρει πια τον χαρακτήρα του μνημείου - αναφέρουμε το Πανεπιστήμιο, τη Βιβλιοθήκη και την Ακαδημία Αθηνών, έργα του Χριστιανού Χάνσεν το πρώτο και του Θεόφιλου Χάνσεν τα δύο άλλα, που αποτελούν ένα επιβλητικό σύνολο, αλλά και διακρίνονται το καθένα για την αρτιότητα των αναλογιών, τη σωστή τους κλίμακα, το ευγενικό ύφος και τον γλυπτικό τους διάκοσμο, κυρίως η Ακαδημία. Σημαντικό επίσης κτιριακό συγκρότημα αποτελούν τα τρία κτίρια του Πολυτεχνείου, έργο του Καυταντζόγλου. Αναφέρουμε εξάλλου το επιβλητικό κτίριο των Παλαιών Ανακτόρων (του Γκέρτνερ), το Ζάππειο με το ωραίο κυκλικό αίθριο (των Μπουλανζέ και Χάνσεν), το Αρσάκειο (του Λύσανδρου Καυταντζόγλου), το Αστεροσκοπείο (του Θεόφιλου Χάνσεν), το Στρατιωτικό Νοσοκομείο του Μακρυγιάννη (του Βάιλερ), το Βρεφοκομείο στην οδό Πειραιώς, το Αρχαιολογικό Μουσείο, στην οδό Πατησίων, το κτίριο της Παλαιάς Βουλής, στην οδό Σταδίου (του Μπουλανζέ), το Στρατοδικείο, στην οδό Ακαδημίας που τελευταία κατεδαφίστηκε (του Τρουμπ) κλπ. Αναφέρουμε επίσης, αν και δεν μπορούν να ονομαστούν καθαυτό νεοκλασικά, τα κτίρια του Κλεάνθη, όπως το μέγαρο της Δούκισσας της Πλακεντίας, το Βυζαντινό Μουσείο, το ανάκτορο της ίδιας στην Πεντέλη και τη Μεζονέτ, στην Πεντέλη επίσης. Πρέπει εδώ ν’ αναφέρουμε ότι, εκτός από τα κτίρια που κατασκευάστηκαν, οι αρχιτέκτονες της εποχής σχεδίασαν και πολλά που, για διάφορους λόγους, έμειναν ανεκτέλεστα. Έτσι ο Κλέντσε πρότεινε ένα σχέδιό του για τα Ανάκτορα στον Κεραμεικό, ενώ ο Θ. Χάνσεν σχεδίασε ανάκτορα για το Γεώργιο τον A’ στον Πειραιά, δίπλα στη θάλασσα. Η πιο περίεργη πρόταση ήταν ασφαλώς αυτή του Σίνκελ, να χτιστούν τα ανάκτορα του Όθωνα στην Ακρόπολη. Η πρόταση μπορεί να φαίνεται σήμερα τερατώδης, αλλά είναι φανερό πως ο Σίνκελ έβρισκε φυσικό να χρησιμοποιήσει την οχυρή ακρόπολη γι’ αυτόν τον σκοπό· μπορούμε μάλιστα να πούμε πως ο Σίνκελ δεν έκανε τίποτε περισσότερο από ό,τι ήδη οι παλιότεροι, που τον ίδιο τον Παρθενώνα τον είχαν χρησιμοποιήσει για τρεις διαφορετικές θρησκείες.
Σημαίνουσα προσωπικότητα της περιόδου του ν. ήταν ο Ερνστ Τσίλερ. Είναι ένας από τους τελευταίους εκπροσώπους του κινήματος, με κάποιες ρομαντικές διαθέσεις, αλλά και αυτός που έχτισε τα περισσότερα κτίρια και έζησε τα περισσότερα χρόνια στην Ελλάδα. Από τα έργα του αναφέρουμε τα ανάκτορα της οδού Ηρώδου Αττικού, το δημαρχείο της Ερμούπολης, τη Σχολή Ευελπίδων, το Ορφανοτροφείο Χατζηκώστα (κατεδαφίστηκε το 1963), το Βασιλικό θέατρο, το Ιλίου Μέλαθρον, και πολλά άλλα.
Μια ιδιαίτερα σημαντική κατηγορία έργων της εποχής αυτής είναι τα θέατρα που χτίστηκαν στην Αθήνα και σε άλλες πόλεις και που εξακολουθούν και σήμερα (όσα σώζονται) να είναι τα καλύτερα που υπάρχουν. Τα περισσότερα είναι έργα του Τσίλερ: αναφέρουμε το Δημοτικό των Αθηνών (κατεδαφίστηκε το 1938), το Βασιλικό, τα Δημοτικά της Πάτρας, της Ζακύνθου (καταστράφηκε το 1953) και της Σύρου και το Δημοτικό του Πειραιά, έργο του I. Λαζαρίμου.
Μια άλλη, εξίσου σημαντική, κατηγορία έργων της εποχής είναι οι εκκλησίες. Παρά την αυστηρή προσήλωση προς την ορθόδοξη εκκλησία και παρά τη βαριά κληρονομιά της βυζαντινής ναοδομίας, οι αρχιτέκτονες του ν. δεν δίστασαν να προσαρμόσουν και τη θρησκευτική αρχιτεκτονική στο γενικό πνεύμα που επικρατούσε και να δημιουργήσουν νέες μορφές ναών. Από την άποψη αυτή οι νεοκλασικές εκκλησίες είναι οι μόνες μοντέρνες εκκλησίες που χτίστηκαν στην Ελλάδα, μετά τις βυζαντινές. Το τέλος του ν. σημαίνει και την επιστροφή στις μορφές της βυζαντινής αρχιτεκτονικής και τη δημιουργία των λεγόμενων νεοβυζαντινών ναών, που απλώς μιμούνται τα παλιά βυζαντινά πρότυπα. Οι νεοκλασικές εκκλησίες, αντίθετα, είναι πραγματικά πρωτότυπα έργα, με αξιόλογες συνθετικές αρετές και νέα αντίληψη του εσωτερικού χώρου του ναού. Αναφέρουμε τους ναούς του Αγίου Κωνσταντίνου και της Αγίας Ειρήνης στην Αθήνα και του Αγίου Ανδρέα (τον παλιό ναό) στην Πάτρα, σχεδιασμένους από τον Καυταντζόγλου. Τη Μητρόπολη των Αθηνών - που δεν είναι το καλύτερο παράδειγμα - των Σάουμπερτ και Ζέζου, τη Χρυσοσπηλιώτισσα, τον Άγιο Νικόλαο στον Πειραιά, τον Άγιο Νικόλαο στην Ερμούπολη, τις εκκλησίες της Ριζαρείου και του Ορφανοτροφείου Χατζηκώστα κλπ. Πρέπει επίσης ν’ αναφερθεί εδώ ο ναός του Αγίου Διονυσίου των Καθολικών στην οδό Πανεπιστημίου, που σχεδιάστηκε από τον Κλέντσε και τέλειωσε, με ορισμένες τροποποιήσεις, από τον Καυταντζόγλου. Η στοά της πρόσοψης του ναού αυτού είναι ένα ιδιαίτερα αξιόλογο αρχιτεκτονικό έργο.
Ο ν. έγινε γενικά αποδεκτός κι επηρέασε όλη την αρχιτεκτονική της εποχής, πολύ πέρα από τα επίσημα δημόσια κτίρια. Έτσι, τα αστικά και τα λαϊκά ακόμα σπίτια της Αθήνας και των άλλων μεγάλων ελληνικών πόλεων - Πειραιάς, Ερμούπολη, Πάτρα, Ναύπλιο, Ζάκυνθος, Χαλκίδα, Σπέτσες, Μυτιλήνη, Λαύριο - ακολούθησαν το γενικό πνεύμα και χτίστηκαν σύμφωνα με τις αντιλήψεις του ν. Κι εκεί ίσως, σε αυτά τα σπίτια, μπορεί κανείς να βρει μερικά από τα πιο ενδιαφέροντα αρχιτεκτονικά και διακοσμητικά στοιχεία της εποχής αυτής, στοιχεία που έχουν χάσει την ακαδημαϊκή τους αυστηρότητα κι έχουν μεταπλαστεί σύμφωνα με το πηγαίο καλλιτεχνικό αίσθημα του τεχνίτη - πολλές φορές η κλίμακα υποφέρει, κι άλλοτε τα ρυθμολογικά στοιχεία είναι ελλιπή ή ανακόλουθα, τα επίκρανα των παραστάδων γίνονται πήλινα αντί μαρμάρινα - για να στοιχίζουν φθηνότερα - όπως πήλινοι είναι οι θαυμάσιοι ανθεμωτοί ακροκέραμοι, τα κολονάκια των στηθαίων και τα αγάλματα. Τα κυμάτια δεν λαξεύονται σε πέτρα ή μάρμαρο, αλλά γίνονται τραβηχτά στο σοβά και φυσικά αλλάζουν μορφή. Παρ’ όλα αυτά, τα λαϊκά νεοκλασικά έργα που υπάρχουν σκορπισμένα σε κάθε σχεδόν ελληνική γωνιά, έχουν μια ομορφιά και μια ποιότητα καλλιτεχνική, που όχι μόνο δείχνει ένα ενιαίο πνεύμα, αλλά και μια σπάνια ευαισθησία στη χρησιμοποίηση αυτών των αυστηρών και μακρινών μορφών που ξαφνικά έγιναν και πάλι οικείες - ξαναγεννήθηκαν πραγματικά - και μέσω των οποίων δημιουργήθηκε μια αξιόλογη νεοελληνική καλλιτεχνική αναγέννηση. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να τονιστεί εδώ πώς η μικρή Ελλάδα και οι πολίτες της ξόδεψαν τεράστια για την εποχή ποσά για να στολίσουν την πρωτεύουσα και τις άλλες πόλεις με καλλιμάρμαρα κτίρια, γεμάτα γλυπτά και ζωγραφικά έργα - αλλά και αμέτρητα μικρά σπίτια, που έκαναν ό,τι μπορούσαν για να συμβαδίσουν με τα πρότυπά τους - στην κοινή προσπάθεια να φτάσουν το όραμα μιας νέας, αντάξιας της αρχαίας, πατρίδας. Για τα σπίτια αυτά αξίζει να ληφθούν μέτρα συντήρησής τους.
Ζωγραφική. Η νεοκλασική ζωγραφική άκμασε κυρίως στη Γαλλία με πρωτεργάτη τον Ζακ Λουί Νταβίντ, κυριότερους εκπρόσωπους τον Πριντίν, τον Ενγκρ, τον Ζιροντέ, τον Ζεράρ, τον Γκρο και δευτερεύοντες ζωγράφους τον Βερνέ, τον Μπουαλί και τον Ιζαμπέ. Το κίνημα ακολουθησαν στην Ιταλία οι Απιάνι, Μπόσι, Πομπέο Μπατόνι, Πινέλι, Σαμπατέλι, Λιπαρίνι κ.ά. Στην υπόλοιπη Ευρώπη σημαντικοί νεοκλασικοί ζωγράφοι υπήρξαν ο Ραφαέλ Μενγκς, η Ανγκέλικα Κάουφμαν, ο Κάρτενς, ο Γκραφ, η ομάδα των Γερμανών Ναζωραίων ζωγράφων, από τον Κορνέλιους έως τον Όβερμπεκ. Τη νεοκλασική ζωγραφική στην Ελλάδα αντιπροσωπεύουν κυρίως η νωπογραφία της ζωφόρου του Πανεπιστημίου Αθηνών του Αυστριακού ζωγράφου Καρλ Ραλ και οι τοιχογραφίες του Κρίστιαν Γκρίπενκερλ στη Σιναία Ακαδημία Αθηνών.
Γλυπτική. Η γλυπτική είναι από τη φύση της η τέχνη στην οποία διακρίνονται καθαρότερα οι θετικές και οι αρνητικές συνέπειες του ν. Η καινούρια αντίληψη της μορφής και η αναζήτηση του ιδανικού κάλλους δίνουν λίγα δείγματα πραγματικών δημιουργιών, αλλά πολλά ακαδημαϊκά, δεξιοτεχνικά έργα. Ήταν μια εποχή που η γλυπτική έχασε τα θρησκευτικά και εγκωμιαστικά θέματα, τα οποία την τροφοδοτούσαν επί αιώνες, και αντιμετώπισε το πρόβλημα όχι μόνο να τα αντικαταστήσει με τους κοσμικούς ήρωες και μύθους ή με τις κοσμικές αρετές, αλλά να κατορθώσει να εμφυτεύσει στην τέχνη την καινούρια αντίληψη της ατομικής προσωπικότητας και τις νέες έννοιες της ελευθερίας, της ζωής και της ιστορίας. Έτσι, για τους πραγματικούς καλλιτέχνες τα ελληνικά και ρωμαϊκά υποδείγματα δεν αποτελούν απλά πρότυπα, αλλά παρακινήσεις για μια καινούρια πλαστική, όπως συμβαίνει με τον Κανόβα, τον μεγαλύτερο νεοκλασικό γλύπτη.
Άλλος μεγάλος γλύπτης είναι ο Γάλλος Ουντόν, που ορισμένοι κριτικοί δε θεωρούν νεοκλασικό. Περισσότερο δογματικός, γι’ αυτό και πολύ πιο ψυχρός, παρά την εργατικότητα και την εκπληκτική τεχνική του ήταν ο Δανός Τόρβαλντσεν, που εργάστηκε στη Ρώμη όπου δημιούργησε σχολή και οπαδούς. Άλλοι αξιόλογοι νεοκλασικοί γλύπτες ήταν ο Φλάξμαν και ο Γκίμπσον στη Μεγάλη Βρετανία, ο Σάντοβ και ο Ράουχ στη Γερμανία, ο Σέργκελ στη Σουηδία κ.ά.
Στην Ελλάδα οι κυριότεροι νεοκλασικοί γλύπτες ήταν ο Κερκυραίος Παύλος Προσαλέντης, μαθητής του Κανόβα, ο Ιωάννης Κόσσος, ο Λεωνίδας Δρόσης, ο Γεώργιος Βρούτος και ο Δημήτριος Φιλιππότης.
Λογοτεχνία. Η επίδραση του ν. δεν αφορά παρά ανεπαίσθητα και τυχαία την ιστορία της ποίησης, λαμβάνοντας διάφορες αποχρώσεις ανάλογα με τα διάφορα πολιτιστικά περιβάλλοντα όπου ενεργεί και τις διάφορες καλλιτεχνικές προσωπικότητες που τον έχουν αποδεχτεί. Τόνους γενικά νεοκλασικούς, τους οποίους όμως δεν μπορούμε βέβαια να αναγάγουμε σ’ έναν κοινό νεοκλασικό παρονομαστή, είναι δυνατόν να βρούμε σε μερικά ποιήματα και τραγωδίες του Σίλερ ή στα ποιήματα του Γκέτε μετά τη μετάβαση του στη Βαϊμάρη (1775) ή αργότερα στις βαθιές αρμονίες των Ύμνων του Χαίλντερλιν, όπως επίσης και στις Ελεγείες και στις Ωδές του ευαίσθητου ανθρωπιστή, του γεννημένου με ψυχή ελληνική Αντρέ Σενιέ, ή ακόμα στην ποίηση και στην ίδια αντίληψη για τη ζωή και την τέχνη του Τζον Κιτς. Στην Ιταλία, η πνευματική ζωή της οποίας, στα τέλη του 18ου αι. και στις αρχές του 19ου αι., επηρέασε την ελληνική ποίηση προπάντων, ο ν. βρήκε την πρώτη πλήρη έκφραση του στην τελευταία ποίηση του Παρίνι (στις μεγάλες Ωδές - Odi και αργότερα στα τελευταία μέρη της Ημέρας -Giorno)- επηρέασε επίσης την εκλογή των θεμάτων και τη δομή (μετριάζοντας και τη φλογερή προρομαντική έμπνευση) των τραγωδιών του Αλφιέρι· εμφανίστηκε ακόμα σε μερικές όψεις διακοσμητικές και εξωτερικές του εκλεκτικισμού (τύπου νέο - μπαρόκ) του Μόντι· έγινε επίσης ο ν. βαθιά λαχτάρα ψυχής και αληθινή ουσία της έμπνευσης στην ποίηση του Φόσκολο και κυρίως στις Χάριτες (Grazie), που μπορούν να θεωρηθούν δίκαια το ύστατο και σημαντικότερο άνθος της νεοκλασικής ποίησης, όχι μόνο της ιταλικής, αλλά και της ευρωπαϊκής. Από τους Έλληνες επηρεάστηκε περισσότερο ο Ανδρέας Κάλβος (η μεγάλη φιλία του με τον Φόσκολο και η μετέπειτα ρήξη της άφησε εποχή)· όχι μόνο το ύφος και η κατασκευή των Ωδών, αλλά και αυτή η ονομασία τους δηλώνουν τη νεοκλασική τους προέλευση. Και ο Σολωμός, που εμποτίστηκε με το νεοκλασικό πνεύμα της Ιταλίας στα νεανικά του χρόνια (ήταν στενά συνδεμένος με τον Μόντι), έγραψε μερικές ωδές (στον Μάρκο Μπότσαρη, στον λόρδο Βύρωνα)· αλλά τελικά, τον κύριο ρόλο στη διαμόρφωση της ποίησής του διαδραμάτισε η ρομαντική ψυχοσύνθεσή του. Το ίδιο ισχύει, έως ένα σημείο, και για τον Κάλβο.
«Ο Γανυμήδης και ο αετός του Δία», έργο του Μπέρτελ Τόρβαλντσεν, αντιπροσωπευτικό δείγμα νεοκλασικής γλυπτικής (Μουσείο Τόρβαλντσεν, Κοπεγχάγη).
Η νεοκλασική ζωγραφική άνθησε κυρίως στη Γαλλία, με πρωτοπόρο το Ζακ Λουί Νταβίντ? στη φωτογραφία, το έργο του «Οι Σαβίνες» (Μουσείου του Λούβρου, Παρίσι).
Το ανακαινισμένο Μέγαρο Σταθάτου στην Αθήνα, δείγμα νεοκλασικού κτιρίου στην Αθήνα (φωτ. Σ. Τσαβδάρογλου).
Πήλινα ακροκέραμα από νεοκλασικά σπίτια της περιοχής των Αθηνών, κατασκευασμένα με βάση τα αρχαία ελληνικά πρότυπα. Οι τεχνίτες ακροκεράμων, τα οποία στόλιζαν τα νεοκλασικά σπίτια της Αθήνας, κατασκεύαζαν ποικίλους τύπους με όμορφα σχέδια.
Παλαιότερη φωτογραφία λαϊκών σπιτιών στην Αθήνα, που δίνουν την κλίμακα και το ύφος των νεοκλασικών συνοικιών περασμένων δεκαετιών.
Νεοκλασικό λαϊκό σπίτι στο Μαραθώνα? ενδιαφέρουσα είναι η επιβίωση ως σήμερα της χρωματικής κλίμακας του νεοκλασικισμού του 19ου αι.
Πήλινα ακροκέραμα από νεοκλασικά σπίτια της περιοχής των Αθηνών, κατασκευασμένα με βάση τα αρχαία ελληνικά πρότυπα. Οι τεχνίτες ακροκεράμων, τα οποία στόλιζαν τα νεοκλασικά σπίτια της Αθήνας, κατασκεύαζαν ποικίλους τύπους με όμορφα σχέδια.
Το νεοκλασικό κτίριο του Δημοτικού βρεφοκομείου της Αθήνας, στο οποίο σήμερα στεγάζεται η Δημοτική πινακοθήκη της πόλης.
Το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, με τις χαρακτηριστικές κορινθιακές κολόνες (χωρίς ραβδώσεις), έργο του I. Λαζαρίμου? χτίστηκε στην περίοδο 1884-87.
Το κυκλικό αίθριο του Ζαππείου, ένα από τα πιο γνωστά νεοκλασικά δημόσια κτίρια της πρωτεύουσας.
Το δικαστικό μέγαρο της Τρίπολης, χτισμένο στις αρχές περασμένου αιώνα, εξακολουθεί να διασώζει τους νεοκλασικούς τύπους του 19ου αι.
Το χαρακτηριστικότερο δείγμα νεοκλασικής αρχιτεκτονικής των ΗΠΑ είναι το Καπιτώλιο, στην Ουάσινγκτον.
Η πρόσοψη του μεγάρου Κολαμπρίτι, στη Νάπολη της Ιταλίας, χαρακτηριστικό νεοκλασικό κτίριο του Λουίτζι Βανβιτέλι.
Το «Ανάκτορο των Νερών», που βρίσκεται πάρκο Λατσιένκι στη Βαρσοβία, έργο του Ιταλού αρχιτέκτονα Μερλίνι? το κτίριο αποτελεί δείγμα νεοκλασικής αρχιτεκτονικής στην Πολωνία.
Ο ναός της Αγίας Μαγδαληνής, δείγμα νεοκλασικισμού, στο Παρίσι.
Εσωτερικό του Χέβενινγκχαμ Χολ, έργο του αρχιτέκτονα Τζέιμς Γουάιατ, εκπρόσωπου του αγγλικού νεοκλασικισμού.
Η μνημειακή διαρρύθμιση της ανατολικής πλευρά της Πλατείας του Λαού και του λόφου Πίντσιο, στη Ρώμη, έργο του Βαλέντε, ενός από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της νεοκλασικής αρχιτεκτονικής.
Νεοκλασικό λαϊκό σπίτι στο Μαραθώνα? ενδιαφέρουσα είναι η επιβίωση ως σήμερα της χρωματικής κλίμακας του νεοκλασικισμού του 19ου αι.
Ο ναός της Ευαγγελίστριας στο Ναύπλιο, που διατηρεί νεοκλασικά στοιχεία συνυφασμένα με στοιχεία της παράδοσης.
Ο ναός της Αγίας Ειρήνης, στην Αθήνα, έργο του Λ. Καυταντζόγλου, με έντονα νεοκλασικά αρχιτεκτονικά στοιχεία.
Η εκλησία της Αγίας Ειρήνης στην Αθήνα, στην οδό Αιόλου, έργο του Λύσανδρου Καυταντζόγλου, κτισμένη το 1874.
Ανυπόγραφο αρχιτεκτονικό σχέδιο του ναού του Αγίου Νικολάου στη Σύρο? τα δύο κωδωνοστάσια στην πραγματικότητα έχουν κατασκευαστεί πολύ ψηλότερα (φωτ. από τη συλλογή Διονύσιου Α. Ζήβα).
Σχέδιο του Έρνεστ Τσίλερ της πρόσοψης του νεοκλασικού κτιρίου του Δημοτικού Θεάτρου της Πάτρας, που χτίστηκε το 1871.
Το εργοστάσιο Πουλόπουλου αποτελεί ένα από τα βιομηχανικά κτίρια της Αθήνας που διαμορφώθηκαν εξωτερικά σύμφωνα με τους κανόνες της νεοκλασικής μορφολογίας.
* * *ο1. τάση επιστροφής στους τύπους τής ευκρίνειας, τού μέτρου και τής ισορροπίας που χαρακτήριζαν την κλασική εποχή2. καλλιτεχνική τάση που εμφανίστηκε κατά το δεύτερο ήμισυ τού 18ου αιώνα και η οποία, υπό την επίδραση τών πρόσφατων τότε αρχαιολογικών ανακαλύψεων, ακολουθούσε, ιδίως στην αρχιτεκτονική, τα πρότυπα τής κλασικής αρχαιότητας3. μουσικό ρεύμα τών αρχών τού 20ού αιώνα, που εμφανίστηκε ως αντίδραση στον εμπρεσιονισμό και τον εξπρεσιονισμό και διακήρυσσε την επάνοδο στις κλασικές φόρμες και στον εκφραστικό δυναμισμό που διέκριναν την Αναγέννηση και ιδίως το μπαρόκ.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. neoclassicism (< νε[ο]- + κλασικός)].
Dictionary of Greek. 2013.